Μ. Αναγνωστάκης

Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή

Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά
κάμε να σ’ ανταμώσω κάποτε φάσμα χαμένο του πόθου μου κι εγώ

Ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ
κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες

Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζω κανένα
κι ούτε κανένας κι ούτε κανένας με γνώριζε με γνώριζε

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010

Οι λύκοι αγκαλιά με τα σκυλιά

Κοντεύει να τελειώσει το 2010...
Τούτα τα Χριστούγεννα δεν θάχει δώρα...
το πετρέλαιο ακριβαίνει μέρα με τη μέρα...
μα ευτυχώς έχουμα ακόμα ξύλα για το τζάκι...

Αλλα Χριστούγεννα πηγαίναμε και ξοδεύαμε
ευτυχώς έχουμε ακόμα από πέρυσι...
βγαίναμε κ κανένα βράδυ...
μάλλον όχι εφέτος. δεν βαριέσαι...

και παλιά δεν βγαίναμε ...
δεν θυμάμαι να βγαίναμε μικρά
ποιός και πού ...
και πώς...

ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΤΥΧΗ ΜΟΥ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΙΚΙΑ
ΠΩΣ ΜΑΣ ΤΑΠΕΙΝΩΝΟΥΝ ΠΑΛΙ
ΞΈΝΟΙ ΚΑΙ ΝΤΟΠΟΙΟΙ ΑΛΗΤΕΣ
ΑΓΥΡΤΕΣ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΕΣ ...

ΑΡΑΓΕ ΜΕ ΤΙ ΑΝΤΑΛΑΓΜΑ
ΜΑΣ ΞΕΠΟΥΛΑΝΕ ΕΤΟΥΤΟΙ
ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ

ΠΟΤΕ ΘΑ ΤΟΥΣ ΔΟΥΜΕ
ΟΛΟΥΣ ΜΑΖΙ ΣΤΗΝ ΚΡΕΜΑΛΑ ...
(ΠΟΥ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΣΧΟΙΝΙ ΓΙΑ ΤΟΝ
ΚΕΙΝΟ ΤΟΝ ΧΟΝΤΡΟΜΠΑΛΑ)

Ξεπούλησαν τον Λαό
για... να σώσουν την "πατρίδα"
όλα κανονισμένα
"ξεκάντε τους και μετά τους αγοράζουμε όσο όσο..."

ΟΙ ΛΥΚΟΙ ΑΓΚΑΛΙΑ ΜΕ ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ