Μ. Αναγνωστάκης

Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή

Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά
κάμε να σ’ ανταμώσω κάποτε φάσμα χαμένο του πόθου μου κι εγώ

Ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ
κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες

Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζω κανένα
κι ούτε κανένας κι ούτε κανένας με γνώριζε με γνώριζε

Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

... παρά δήμον ονείρων

Ζω σε παράλληλο σύμπαν με το δικό μου

ξυπνάς ψαχουλεύοντας για τα γυαλιά σου στο κομοδίνο

μισοτελειωμένο το μπουκάλι με τη ρακή στο τραπέζι

μια σφίγγα δοκιμάζει τη τελευταία μπουκιά στο πιάτο

(την αφήναμε λέει για τους Άλλους )



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου