Τι πιο συγκινητικό από τον παππού να σκύβει, με την βοήθεια
της όμορφης εγγονής, για το τελευταίο φιλί στην σύντροφο
της ζωής του: την Κυρά του: την Περιστέρα του.
Κουράγιο κυρ Μήτσο ...
..ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες..
Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή
Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά
κάμε να σ’ ανταμώσω κάποτε φάσμα χαμένο του πόθου μου κι εγώ
Ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ
κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες
Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζω κανένα
κι ούτε κανένας κι ούτε κανένας με γνώριζε με γνώριζε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου